23 Αυγούστου 2010

Δημητρης Μπουραντας: "Η ποιοτικη λογοτεχνια ειναι αδυναμη να επηρεασει την κυριαρχη κουλτουρα"

πηγή:P
Δ.Μπουραντάς: "Η ποιοτική λογοτεχνία είναι αδύναμη να επηρεάσει την κυρίαρχη κουλτούρα"

Συντάκτης: Ειρήνη Σπυριδάκη
Κυριακή, 11 Ιούλιος 2010 13:53

Από μια εξαιρετικά επιτυχημένη καριέρα στα πανεπιστημιακά έδρανα, και από τη συγγραφή πλήθους επιστημονικών βιβλίων που αφορούν στη διοίκηση επιχειρήσεων και το μάρκετινγκ, ο Δημήτρης Μπουραντάς εισέρχεται στο χώρο της λογοτεχνίας, συστήνοντας στους αναγνώστες το μυθιστόρημα «Όλα σου τα’ μαθα, μα ξέχασα μια λέξη», το οποίο σημείωσε πρωτοφανή για τα ελληνικά δεδομένα εμπορική επιτυχία. Στη συνέντευξη που μας παραχώρησε, ο Πανεπιστημιακός δάσκαλος και συγγραφέας αναλύει τους λόγους που τον ώθησαν στη λογοτεχνική έκφραση, σκιαγραφεί τα μελανά σημεία της σύγχρονης ελληνικής πραγματικότητας, και αναπτύσσει τη θεωρία του για τη χρησιμότητα των αλλαγών στη ζωή και την ελευθερία της επιλογής των ανθρώπων. Ο κ. Μπουραντάς αναφέρεται, μεταξύ των άλλων, στη δύναμη και τις παγίδες του διαδικτύου, καθώς και στην αποστολή της σύγχρονης ελληνικής λογοτεχνίας.

- Έχετε συγγράψει πλήθος βιβλίων για τη διοίκηση επιχειρήσεων και το μάνατζμεντ. Τι ήταν εκείνο που σας ώθησε να γράψετε ένα λογοτεχνικό βιβλίο και πώς οι γνώσεις σας από τον επιστημονικό χώρο παρεισέφρησαν σε αυτό;

Πιστεύω ότι η αποστολή μου, ως καθηγητής, δεν είναι να διδάσκω στο Πανεπιστήμιο ή σε στελέχη και να συμβουλεύω επιχειρήσεις. Αυτά είναι η δουλειά μου για την οποία πληρώνομαι. Αποστολή και κοινωνική μου ευθύνη είναι να συμβάλλω στην οικονομική και κοινωνική ευημερία και πρόοδο, διαδίδοντας γνώσεις, έννοιες, αξίες και αρχές από την επιστήμη που υπηρετώ. Η ιδέα να γράψω αυτό το βιβλίο δεν ήταν έμπνευση αλλά υποχρέωση που πηγάζει από αυτή την αίσθηση αποστολής και κοινωνικής ευθύνης. Αποφάσισα να γράψω μυθιστόρημα και όχι δοκίμιο, διότι μέσα από τις ιστορίες και τους μύθους, έννοιες, αξίες και γνώσεις γίνονται πιο χειροπιαστές, κατανοητές ίσως και αποδέκτες, αφού ταυτόχρονα απευθύνονται στο μυαλό, τη ψυχή και την καρδιά των ανθρώπων.

- Στο βιβλίο σας «Όλα σου τα ’μαθα, μα ξέχασα μια λέξη» αναλύετε τη θεωρία σας για την ύπαρξη δύο Ελλάδων. Πόσο αισιόδοξος είστε σήμερα για την βιωσιμότητα της μικρής φερέλπιδος Ελλάδας, σε αντιπαράθεση με τη μεγάλη Ελλάδα που οπισθοδρομεί;

Είναι αλήθεια ότι στο βιβλίο περιγράφω ουσιαστικά τα αίτια που οδήγησαν στην οικονομική και πολιτική χρεοκοπία την πατρίδα μας, δηλαδή, την κυριαρχία της διαπλοκής, της διαφθοράς, της ανευθυνότητας του ατομισμού, της αναξιοκρατίας, της αρπαχτής, της απερίσκεπτης κατανάλωσης, του ωχαδερφισμού, της μιζέριας, ταυτόχρονα με τη «μικρή» Ελλάδα της δημιουργίας, της εντιμότητας, της ανταγωνιστικότητας, της υγιούς επιχειρηματικότητας και της υπευθυνότητας. Παρότι το κατεστημένο πολιτικό σύστημα που είναι υπεύθυνο για την «μεγάλη» Ελλάδα έχει χρεοκοπήσει και χαροπαλεύει, δεν είμαι αισιόδοξος για την ανατροπή του, αφού αυτό απαιτεί πρωτοβουλίες από ανθρώπους της «μικρής» Ελλάδας, πράγμα που εκτιμώ ότι είναι πολύ δύσκολο. Δεν αποκλείεται όμως να υπάρξουν πολίτες της «μικρής» Ελλάδας που θα συναντηθούν, θα ανασυστηθούν και κοιταχθούν στα μάτια, θα ξαναονειρευτούν και να επιχειρήσουν ένα νέο ξεκίνημα. Πιστεύω ότι έχουμε ακόμη δυνατότητες να ξαναονειρευτούμε και να κάνουμε το όνειρο της «μικρής» Ελλάδας πραγματικότητα, μετατρέποντάς την σε μεγάλη Ελλάδα. Για παράδειγμα, πήραμε να ιδρύσουμε το Κύκλο των Χαμένων Αξιών που αναφέρεται στο βιβλίο, με σκοπό να συμβάλλουμε στην αναγέννηση του πολιτικού πολιτισμού (http://e-cli.blogspot.com).

- Το μυθιστόρημά σας διαπνέεται από την ανάγκη να προσαρμοζόμαστε στις διαρκώς μεταβαλλόμενες συνθήκες της εποχής. Ποιο ρόλο πιστεύετε ότι διαδραματίζουν οι αλλαγές στη ζωή μας και κατά πόσον οι άνθρωποι είναι προετοιμασμένοι να προσαρμοστούν σε αυτές;

Κάθε αλλαγή δεν είναι πρόοδος. Για παράδειγμα, οι Έλληνες δεν έπρεπε να χάσουμε τις αξίες μας, τη διατροφή μας, την όμορφη φύση μας και άλλα. Όμως πρόοδος χωρίς αλλαγή δεν μπορεί να υπάρξει, ούτε σε επίπεδο ατόμου, ούτε σε επίπεδο ομάδας, οργανισμού ή κοινωνίας. Δυστυχώς, υπάρχει το παράδοξο που λέει «η αλλαγή μας είναι αναγκαία κι όμως αντιστεκόμαστε». Αυτό συμβαίνει διότι τα παλιά παπούτσια μας είναι πιο βολικά από τα καινούργια και δεν μας αρέσει να ξεβολευόμαστε, υπάρχει φόβος απέναντι στην αβεβαιότητα της αλλαγής, εφησυχάζουμε και αδρανούμε. Το χειρότερο είναι ότι κάποια στιγμή αναγκαζόμαστε ν’ αλλάξουμε, αλλά τότε είναι αργά. Γι’ αυτό πιστεύω στο «άλλαξε πριν αναγκασθείς ν’ αλλάξεις».

- Πιστεύετε στην ελευθερία της βούλησης των ανθρώπων ή θεωρείτε ότι ενίοτε είναι απαραίτητη η καθοδήγηση στη ζωή μας, γεγονός που επαληθεύεται από το παράδειγμα της μυθιστορηματικής ηρωίδας σας, της Άννας;

Πιστεύω στην ελευθερία της επιλογής. Αυτό όμως απαιτεί να συλλογιέται κανείς ελεύθερα και σωστά. Η ορθότητα και η ελευθερία των επιλογών μας αυξάνει όταν έχουμε περισσότερες γνώσεις, πληροφορίες, εμπειρίες, εναλλακτικές. Συνεπώς, αν η καθοδήγηση δεν είναι διαταγή ή επιταγή αλλά ενημέρωση, γνώσεις και συμβουλές, τότε ενισχύει την ελευθερία των επιλογών μας.

- Σκιαγραφείτε με μοναδικό τρόπο την ηγετική φυσιογνωμία του Νίκου στο βιβλίο σας. Ποια είναι, κατά την προσωπική σας άποψη, τα βασικά συστατικά που συνθέτουν το χαρακτήρα ενός ηγέτη;

Ο Ηγέτης είναι αυτός που εμπνέει μέσω οράματος και αξιών, μιλά στο μυαλό, την καρδιά και ψυχή των ανθρώπων, τους ασκεί επιρροή (όχι δύναμη ή εξουσία) και τους κάνει και τον ακολουθούν εθελοντικά και πρόθυμα στην ατομική ή συλλογική πρόοδο και το κοινό καλό. Η συμπεριφορά του χαρακτηρίζεται από ταπεινότητα, ακεραιότητα, μη ανεκτικότητα σε ανέντιμες συμπεριφορές και μετριότητα στις επιδόσεις των συνεργατών του. Ο ηγέτης θέλει και μπορεί να οδηγεί τους ανθρώπους σε εξαιρετικά αποτελέσματα για το κοινό καλό. Ο ηγέτης αισθάνεται υπηρέτης της ομάδας και επιδιώκει να ικανοποιεί τις ανάγκες του με νόημα και αυτοπραγμάτωση μέσω της συνεισφοράς του στο κοινό καλό και τη συνεχή πρόοδο. Ασφαλώς διαθέτει αυτοπεποίθηση, απόθεμα ψυχικής αντοχής, κουράγιο, τσαγανό, αξίες, ικανότητες, συναισθηματική και κυρίως υπαρξιακή νοημοσύνη.

- Ποιες διαφορές εντοπίζετε στην επαφή με τους φοιτητές σας στα πανεπιστημιακά έδρανα και στην επικοινωνία σας με το αναγνωστικό κοινό στις παρουσιάσεις του μυθιστορήματός σας;

Νομίζω καμία. Οι άνθρωποι σέβονται και είναι θετικοί στη διδασκαλία, αρκεί ο δάσκαλος να κερδίσει το σεβασμό και την εμπιστοσύνη τους, να μπορεί να επικοινωνεί με ένα κατανοητό λόγο, να νοιάζεται γι’ αυτούς και να προσπαθεί με ειλικρίνεια και εντιμότητα να τους δίνει τον καλύτερο του εαυτό.

- Το μυθιστόρημά σας χαρακτηρίστηκε best seller, σημειώνοντας με την κυκλοφορία του υψηλό αριθμό πωλήσεων. Έχετε εντοπίσει τα στοιχεία εκείνα που κατέστησαν το μυθιστόρημά σας ευπώλητο;

Πράγματι, η απήχηση του κόσμου στο βιβλίο μου είναι εντυπωσιακή ποσοτικά και ποιοτικά. Από τις εκατοντάδες παρουσιάσεις που έχω κάνει σ’ όλη την Ελλάδα και τα χιλιάδες emails που έχω πάρει, πιστεύω ότι αυτό που συγκίνησε στο βιβλίο μου ήταν, η αυθεντικότητα, η ειλικρίνεια, οι έννοιες, οι αρχές, οι αξίες και οι γνώσεις που βοηθάνε τον αναγνώστη να σκεφθεί, να γίνει παρατηρητής του εαυτού του, να κάνει την ενδοσκόπηση του, να στοχασθεί και τελικά να μάθει.

- Σε ποιο βαθμό πιστεύετε ότι η οικονομική κρίση που διέρχεται η χώρα μας θα επηρεάσει την αναγνωσιμότητα των βιβλίων;

Την έχει ήδη επηρεάσει αρνητικά από ό, τι γνωρίζω. Εύχομαι να μη δούμε χειρότερα, αλλά το φοβάμαι.

- Διατηρείτε προσωπικό ιστολόγιο, όπου αναδημοσιεύετε άρθρα και συνεντεύξεις σας. Πώς αντικρίζετε τη συνεισφορά του διαδικτύου, ως εργαλείου διεύρυνσης των ορίων της επικοινωνίας μεταξύ των ανθρώπων;

Αποτελεί εργαλείο με τεράστια δύναμη. Ως τέτοιο μπορεί να χρησιμοποιηθεί επικά ή αρνητικά. Όπως παντού και σ’ αυτό χρειάζονται κανόνες. Για παράδειγμα, δεν πιστεύω ότι βοηθά η ανωνυμία. Πάντως έχετε απόλυτο δίκιο ότι διευρύνει τα όρια επικοινωνίας των ανθρώπων κι αυτό είναι θετικό αν δεν υποκαθιστά την προσωπική επαφή που είναι αναντικατάστατη.

- Ποια είναι τα οφέλη που πιστεύετε ότι η λογοτεχνία παρέχει στο σύγχρονο άνθρωπο, ο οποίος αντιμετωπίζει μια σειρά από αδιέξοδα;

Η λογοτεχνία σήμερα, σε γενικές γραμμές, έχει επακολουθήσει τη δυναμική της εμπορευματοποίησης, του lifestyle και της κατανάλωσης. Αλλά ακόμη και η ποιοτική λογοτεχνία που θέλει να συμβάλλει σ’ ένα καλύτερο πολιτισμό είναι εσωστρεφής και αδύναμη να επηρεάσει την κυρίαρχη κουλτούρα. Πιστεύω ότι πρέπει να δούμε την αποστολή (raison d’ etre) και την απήχηση της λογοτεχνίας από την αρχή θέτοντας τα σωστά ερωτήματα.

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου